Κλωτσιά στα αρχίδια

(το κείμενο που ακολουθεί είναι το πρώτο από φιλοξενούμενο συγγραφέα, τον Αμοργιανό, τον οποίο ευχαριστώ πολύ. Από την πρώτη στιγμή η προσπάθεια είναι το blog να αποτελέσει βήμα συνδιάλεξης και συνάντησης. Προσκαλώ λοιπόν και άλλες κουβέντες αρρενωτίποτας στο mailbox μου)

Πάντοτε μου άρεσαν οι γυναίκες. Πάντοτε τα πρόσωπα. Η πρώτη μου σεξουαλική εμπειρία διαδραματίζεται στο εξοχικό.

(Ένα κτήμα με ένα σπίτι στο νοτιοδυτικό κομμάτι του κτήματος. Φωνές παιδιών και ενηλίκων ανακατεμένες ακούγονται. Ως παντογνώστης και απόλυτα ικανός να παρατηρήσω ότι θέλω ανενόχλητος αιωρούμαι. Ακολουθείστε με. Πάμε στο κάτω σπίτι όπως το αποκαλεί η οικογένεια. Είναι η στιγμή να πιάσουμε στα πράσα, μια πολύ προσωπική στιγμή, εδώ που ξυπνάει η ηδονή στη ζωή του, ελάτε  από εδώ μαζί μου. Το μικρό παιδί, δεν πρέπει να είναι πάνω από τεσσάρων ετών ίσως πέντε.)

Κρατώ στα χέρια μου την μπάρμπι της αδερφής μου, την επεξεργάζομαι. Υπάρχει ένα ακορντεόν στη βιβλιοθήκη που μου προξενεί ένα δυσοίωνο συναίσθημα. Δεν υπάρχει πολύ φως στο δωμάτιο. Με απαλές κινήσεις βγάζω το ρούχο της μπάρμπι, ένα ροζ φορεματάκι που φτάνει από τους ώμους μέχρι τα γόνατα της. Το βγάζω. Δυο βουναλάκια εκεί που εγώ δεν έχω βουναλάκια και τώρα το βλέμμα κατεβαίνει στα σκέλια της κούκλας. Δεν υπάρχει τίποτα. 

(Το σχήμα της σκιάς του εμφανίζεται στο παράθυρο. Ο παππούς του Άντονυ,τον πιάνει στα πράσα)

Και τελικά η σιωπή θα κερδίσει. Το περιστατικό δεν θα τεθεί ποτέ υπό συζήτηση όπως συμβαίνει σε ένα κόσμο ανθρώπων που νιώθουν άβολα μπρος στη συζήτηση. Δεν τα συζητούσαν με τους γονείς τους και δεν ξέρουν πως να τα συζητήσουν. Υπήρχε στίγμα και ντροπή μπρος στον ερωτισμό. Ο ερωτισμός ήταν ανάμεσα στο ζευγάρι και εκεί δεν μου επιτρέπουν να μπω παρόλο που είμαι παντογνώστης. Ούτε τα πνεύματα επιτρέπονται, βλέπεις βάλατε κάποια όρια και τώρα άμα μπω δεν ξέρω αν θα μπορώ να σας περιγράψω, αν επιτρέπεται. Δεν ξέρω αν μπορώ να μπω. Μπες! 

Κάποια στιγμή στο μέλλον καπνίζω χωρίς να μιλώ, σαν να βυζαίνω την μάνα μου όλη την ώρα με το τσιγάρο

Πάντοτε μάρεσαν οι κομψές γυναίκες. 

“Τι κοιτάς σε μια γυναίκα?”

“Πρόσωπο, κώλο, στήθος”

Αυτή η συζήτηση κράτησε αρκετή ώρα.

Θα σου πω πως έχει η ιστορία. Ένα απόγευμα εκεί που πίνανε τσάι με μια δόση ουίσκι φαντάζομαι, Ο Φιτσζέραλντ εκμυστηρεύτηκε στο Χέμινουγει ότι το πέος του είναι μικρο. Ο Χέμινγουει σηκώθηκε από την καρέκλα.

“Έλα μαζί μου” είπε ο Χέμινουγει. Περπατήσανε κάμποση ώρα μιλώντας για τα τελευταία τους γραπτά, μέχρι που σταματήσανε μπροστά στο μουσείο. Χίμηξε πρώτος μέσα ο Χέμινουγει και ακολούθησε ο Φιτζτέραλντ. Βγάλανε εισητήρια και ανεβήκανε μερικού ορόφους μέχρι που ο Χέμινγουει βρήκε αυτό που είχε στο νου του.

“Α εδώ είμαστε.” είπε “Έλα, έλα να δεις.”

“Βλέπεις τους κούρους? Βλέπεις το μέγεθος του μορίου τους? Αυτοί καθίσανε γυμνοί να τους ζωγραφίσουν. Νομίζεις ντρέπονταν για το μέγεθος? Όλα αυτά είναι αηδίες. Είμαι βέβαιος πως αυτή η γυναίκα σου σου έβαλε την ιδέα.”

Ας πέσουν οι μάσκες. Δεν υπάρχει αθωοτητα.

Η πρώτη σεξουαλική επαφή αν θεωρείς το φιλί επαφή που εγώ το θεωρώ, ήταν στην πέμπτη δημοτικού. Ένα πιτσιρίκι που δεν ήξερε καν τι είναι αυτό ανάμεσα στα πλαδαρά ποδαράκια του, ω πως ήρθε το φιλί σε ένα μαρμάρινο λαιμό, εκείνη κάπως διστακτική, εγώ βρώμικος, με όρεξη για σάρκα, θυμάμαι την αίσθηση εξουσίας πάνω της, (ξέρω τι θα πεις, αλλά έτσι ήταν, δεν υπερβάλω) θυμάμαι την υποταγή της, θυμάμαι πόσο κακός ήμουν μαζί της, πως κατάφερνα να την πληγώνω ξανά και ξανά, να “τα έχω” με μια κοπέλα της ηλικίας μου και εκείνη να είναι εκεί διατηρώντας το δικό μου μυστικό στο κάτω κάτω της γραφής. Συνδέω τον πρώτο μου έρωτα με το θάνατο της μητέρας μου. Θυμάμαι όταν έφυγε, τη σύνδεση. Όταν χώρισα μαζί της και νόμισα ότι δεν θα τη ξαναδώ.

Έχοντας ζήσει με τη σκιά του πατέρα μου διαρκώς επάνω μου, όταν συμπεριφέρεσαι έτσι σε μια γυναίκα καλύτερα να εξαφανιστείς από τη ζωή της, δεν υπάρχει τίποτα όμορφο σε μια τέτοια σχέση και αν τάχα μου την αγαπάς, φύγε όσο πιο γρήγορα μπορείς από κοντά της. Δεν της αξίζει ένας μαλακας σαν εμένα, έχει ποιόητες που άλλοι άντρες θα εκτιμήσουν πολύ βαθύτερα, μακριά σου είναι καλύτερα και μην κάνεις τον πονεμένο, ο μόνος που πόνεσε ήταν εκείνη. Εκείνη μπορεί να είναι αυτοκαταστροφική αλλά εσύ είσαι ετεροοκαταστροφικός το οποίο φίλε μου είναι χειρότερο. Η ζωή του άλλου δεν είναι στα χέρια σου. Και δεν θα πρεπε να ναι. 

(στο δικαστήριο)

Ποια είναι τα ελαφρυντικά στοιχεία?

Ήταν ένα έγκλημα πάθους. Την αγαπουσέπάρα πολύ.

Κάπου στο βάθος ξεσπώ σε γέλια.(χαχαχα) Ολοι γυρνάνε να κοιτάξουνε ποιός τόλμησε.

“ Δεν ντρέπεσαι? Ασεβή!”

Δεν μπορώ να σταματήσω όμως. (χαχαχα) Με έπιασε νευρικό με το καθίκι. Με διώχνουν από την αίθουσα

Α και τώρα που το θυμήθηκα που μαι σε ένα μπαρ με ένα φίλο και έχουμε πιει λίγο παραπάνω, “οι Έλληνες δεν κάνουν τέτοια εγκλήματα.” έλεγε κάποιος στα νέα για το έγκλημα στα γλυκά νερά . Χαχαχα. Συγγνώμη πάλι με έπιασε νευρικό φαίνεται. Είχα βάλει στοίχημα με αυτό το φίλο ότι το έκανε ο πιλότος σύζυγος και είπα να τον κεράσω.

το επαναλαμβανόμενο  όνειρο

Έιμαι στο κορμί του 4χρονου εαυτού μου 

Είμαι εκεί για να προειδοποιήσω τη μητέρα μου

Την βρίσκω στο διάδρομο και αποπειράμαι να της εξηγήσω τι κάνω εδώ, τι πρόκειτο να συμβεί

“ Μάνα άκου, είμαι ο Άντονυ από το μέλλον και έχω επιστρέψει να σε σώσω, να αποτρέψω το φόνο σου. Ο Φάκης (ο πατέρας μου, ο σύζυγος σου) θα σε σκοτώσει.”

Η μάνα μου τα χάνει. 

“Πως γίνεται ένα παιδί να μιλάει έτσι?” λέει

Κάνει το λάθος να μην με εμπιστευτεί και το έγκλημα (ξανα)γίνεται.

 Και εγώ απομένω με μια φράση: Γιατί δεν με ακούς?

για τον έρωτα

στην αρχή ήσουν το αντικείμενο του πόθου

που άστραφτες ολόκληρη 

όταν ξαπλώσαμε μαζί έπρεπε να μας πάρει και τους δυο ο θάνατος από ένα κλειστό τζάκι (χμμ, ίσως δεν ήθελες να πεθάνεις μαζί μου.) 

Το επόμενο πρωί που περπατούσα προς το σπίτι μου

 άφηνα το δικό σου πίσω 

με χτύπησε η σκέψη πως ήταν  μια υπέροχη μέρα για μπανανόψαρο

(πρέπει να ακούς τη συνείδηση σου)

γιατί ύστερα

στο μπαρ που ζήλευες την άλλη 

η παρουσία σου δεν είχε πια καμιά σημασία

η δίνη της αβύσσου με είχε καταβροχθίσει ήδη

ο πόθος ήταν εκεί για τον πόθο

η εγκατάλειψη φανερώθηκε

ο έρωτας συνδέθηκε με το θάνατο της

και όταν τρελαθηκα

το θεικό στοιχείο φώτισε την αλήθεια πίσω από το έγκλημα

ο άντρας που γυναικόποιηθηκε ξέρει παραπάνω από εκείνον που παρέμεινε πλάι σου

Ο  παππούς του Άντονυ: Τι κάνεις εκεί?

(Η κούκλα φεύγει από τα χέρια του παιδιού. Παραμένει σιωπηλό.)

Η σιωπή γεννά την ντροπή.

Η ντροπή γεννά τη δειλία.

Η δειλία το προσωπείο.

Το προσωπείο γεννά την κρυψώνα (κάπου στο στήθος, κάπου στο μυαλό, κάπου στα κόκκαλα)

Στη κρυψώνα γεννιούνται όλα τα υπόλοιπα.

Κουράγιο αγάπη μου.

Θα ανατείλει στη δύση ο ήλιος μας.

Και αν αγαπήσαμε μέσα από την ντροπή όσα δεν έχουν λαλιά είναι που οι σιωπές συναντιώνται στις καρδιές όλων

Αμοργιανός

Σχολιάστε